Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Τίτος Πατρίκιος, "Μεγάλο γράμμα"

[...]

VI
Μπορείς να γνωρίσεις ένα πρόσωπο
όταν τα χείλια σου ανακαλύπτουν
τις αλλεπάλληλες επιφάνειες που σώρευσαν οι καιροί.
Μα έπειτα δε σου φτάνει.
Έπειτα θες να βρεις όλες τις μικρές φλέβες
καθώς απλώνονται κάτω απ' το δέρμα
να βρεις όλα τα τραγούδια που δεν ειπώθηκαν
όλες τις μνήμες που ταξίδεψαν
στα λεπτά μονόξυλα
των στιγμών.

Το γέλιο σου άξαφνα ν' αρπάζει απ' το μπράτσο
ένα άλλο γέλιο
και να γυρνάν στους δρόμους ξεκουφαίνοντας τη γειτονιά
σαν μαθητές που σπαν τα καλαμάρια τους
στην πόρτα του σχολείου...
Ένα κεφάλι ν' ακουμπάει στον ώμο σου
κι ο ήλιος να καπνίζει το τελευταίο τσιγάρο
και να φεύγει
αφήνοντας τη μέρα μες στα χέρια μας
άδειο πακέτο πυκνογραμμένο πολύτιμες
σημειώσεις....

Μα έπειτα
κι αυτό δε φτάνει.
Θες πιο πολλά.
Κι ετούτο το παρόν που καίει και καίγεται
ετούτος ο πελώριος λιοψημένος ξυλοκόπος
ακολουθεί παντού με το βαρύ του βήμα
κι εύκολα δε χορταίνει δεν γελιέται
όλο ακονίζοντας το τσεκούρι του στα κόκκαλα
όλο γυρεύοντας.
Και ξέρεις πως η δίψα του είναι η δική σου δίψα.

Θέλουμε πιο πολλά
τα θέλαμε όλα.
Δεν γινόταν αλλιώς.
Ό,τι μας έφτανε χτες
για σήμερα ήταν λίγο.
Ό,τι μας γέμιζε χτες
ήθελε κι άλλο σήμερα για να μη χαθεί.

Ναι, μα ένας άνθρωπος
δεν είναι πορτοκάλι να τον ξεφλουδίζεις
δεν είναι πράγμα
να τον κόβεις στα δύο και στα τέσσερα.
Είχες μια τρυφερή καρδια κοριτσάκι.
Πίστεψε αν αδέξια την έσφιγγα
δεν το 'κανα για να πονάς.
Ήθελα να σ' αγαπώ
μα ήσαν πολλά τα όσα δεν ξέραμε
ήσαν πολλά τα όσα δεν είχαμε μάθει ακόμα.

Κι αν ήμουν άντρας
κι έπρεπε να 'μαι δυνατός
(έπρεπε...)
να το ξέρεις:
Όπου μ' άγγιζες πονούσα.
Όπου δε μ' άγγιζες
πονούσα.
Και μέσα μου φούσκωναν ολόκλειστα
τα δικά μου τα ποτάμια
που θα μπορούσαν να ποτίσουν
όλα τα λησμονημένα περιβόλια
[...]

ΧΧVIII

Τελειώσανε πια τα ερωτήματα
που δεν περιμένουν απάντηση
που τα προφέρουμε περισσότερο για ν' ακουστεί η φωνή μας
παρά για την όποια απάντηση κι αν έρθει.
Δε φοβάμαι πια για τίποτα.
Μπορώ να βάλω εδω στην αρχή ένα εγώ
και να ξέρω πως μιλάω για τον εαυτό μου.
Οι ανοιχτοί δρόμοι έχουν γίνει
για τα βήματά μας.

Κι αν καθόλου δεν ξέρεις πως υπάρχω,
κι αν ποτέ δε συλλογίστηκες
τους ανεμόμυλους που αλέθουνε το χρόνο μας,
δε με πειράζει.
Θα παλέψω.
Με τα νύχια και τις γροθιές
με τα δόντια
θα παλέψω.
Και να 'σαι σίγουρη
πως θα χαράξω την παρουσία μου ανεξίτηλη
στις πέτρινες κόχες του διαστήματος
που θα κινείσαι.
Δε θ' αφήσω να χαθεί τίποτα.


Ακόμη κι η βεβαιότητα μιας διαδρομής
που έγινε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου